Τον Ιούλιο του 1822 ο Δράμαλης με μεγάλη στρατιά κατεβαίνει «ατουφέκιστος» στην Πελοπόννησο και η είδηση σκορπίζει πανικό. Φοβισμένοι οι κάτοικοι του Άργους και των γύρω περιοχών εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και αναζητούν καταφύγιο στα βουνά.Ο Αγγελής, ένας νεαρός βοσκός από τον Αχλαδόκαμπο, αρνείται να παραδοθεί στον φόβο. Αν και δεν έχει και τα δυο του χέρια γερά για να κρατήσει τουφέκι, δεν διστάζει να στρατευθεί και να στηρίξει την Επανάσταση. Από τη θέση του παραγιού βοηθά τους αγωνιστές που υπερασπίζονται το κάστρο στην Ακρόπολη του Άργους, εφαρμόζοντας το σχέδιο του αρχιστράτηγου Κολοκοτρώνη.Στόχο τους έχουν να καθηλωθεί ο Δράμαλης στην Αργολίδα, ώστε να κερδίσουν οι Έλληνες χρόνο και να οργανώσουν στρατό.Η πολιορκία του κάστρου είναι ασφυκτική και οι αποκλεισμένοι υποφέρουν από την πείνα και τη δίψα. Όταν αποφασίζουν έξοδο, ο Αγγελής βγαίνει κρυφά και ειδοποιεί τον Κολοκοτρώνη.Έπειτα τον ακολουθεί στα Δερβενάκια. Γίνεται ένας από τους αγγελιαφόρους του και ζει από κοντά τη συντριβή του Δράμαλη και τη μεγάλη νίκη.Ένα μυθιστόρημα που ζωντανεύει μία από τις πιο ένδοξες μα και λιγότερο γνωστές στιγμές του μεγάλου ξεσηκωμού.