Με φόντο μια πανέμορφη έπαυλη στην Κορνουάλη, λίγο πριν από τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εκτυλίσσεται η ιστορία ενηλικίωσης μιας γυναίκας που προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τον έρωτα και τη λύπη καθώς γυρίζει πίσω… στο σπίτι.
Ήθελε το Ρίβερβιου, τη μαμά, την Τζες και τη Φίλις. Ήθελε όλες τις γνώριμες εικόνες, τους ήχους και τις μυρωδιές. Τον κήπο που κατηφόριζε τη λοφοπλαγιά, και τη θέα των γαλήνιων εκβολών του ποταμού, που γέμιζαν με την παλίρροια, και τον καθησυχαστικό ήχο του μικρού τρένου που διέκοπτε την ησυχία της μέρας. Τη γοητεία του φθαρμένου αλλά γεμάτου λουλούδια καθιστικού και τον θόρυβο που έκανε η Φίλις καθαρίζοντας κατσαρόλες στο πλυσταριό κι ετοιμάζοντας τα λαχανικά για το μεσημεριανό φαγητό, μέχρι τη μόνιμη συνοδεία της διαπεραστικής φωνής της Τζες. Οι μυρωδιές τής γεννούσαν ακόμα μεγαλύτερη νοσταλγία. Το σαπούνι λεβάντας που μοσχομύριζε από το μπάνιο? η γλυκιά μυρωδιά των λιγούστρων από τον φράχτη δίπλα στην εξώπορτα? και η αψιά μυρωδιά από τα φύκια κατά την άμπωτη.
Ένα αληθινό αριστούργημα, ο πρώτος τόμος ενός βιβλίου που το διαβάζεις ξανά και ξανά και το θυμάσαι για πάντα.