Δε μπορώ, όχι, δε μπορώ να την υποφέρω πια!… Τι πληγή είν’ αυτή που μου ’στειλες, θε μου; Τι αμαρτίες έχω κάνει για να με τιμωρείς τόσο σκληρά; Ως πότε θα την έχω στην καμπούρα μου; Ως πότε θα ’μαι υποχρεωμένη να την ανέχομαι, να βλέπω τη μούρη της, ν’ ακούω τη φωνή της, ως πότε; Δε θα βρεθεί επιτέλους κανένας στραβός χριστιανός να την πάρει, ν’ απαλλαγώ απ’ αυτό το έκτρωμα της φύσεως, που μ’ άφησε ο πατέρας της για να μ’ εκδικηθεί – που χαΐρι και προκοπή να μη δουν εκείνοι που δε μ’ άφησαν να κάνω την έκτρωση!…